Browsing "ΠΟΙΗΤΙΚΑ"
Oct 2, 2018 - ΠΟΙΗΤΙΚΑ    Comments Off on Δώσ’ μου

Δώσ’ μου

Δώσ’ μου να πάθω έρωτα, την ανάσα μου να χάσω. 

Να πάθω έρωτα. 

Δώσ’ μου να γίνω έρωτας, την ευτυχία μου να αδράξω. 

Να γίνω έρωτας. 

Δώσ’ μου να βιώσω έρωτα, το παρελθόν μου να ξεχάσω. 

Να βιώσω έρωτα. 

Δώσ’ μου να κραυγάσω έρωτα, τον πόθο να απελευθερώσω. 

Να κραυγάσω έρωτα. 

 

Δώσ’μου  

Να πάθω 

Να γίνω 

Να βιώσω 

Να κραυγάσω 

Έρωτα 

Μ.Κ. 

Mar 14, 2017 - ΠΟΙΗΤΙΚΑ    Comments Off on Αιχμάλωτη στο κύμα

Αιχμάλωτη στο κύμα

Φοβήθηκε πως αν γίνει κύμα και χαθεί θα είναι όλα αληθινά. Η σουβλιά κάτω από το στήθος , το κενό μέσα στο στέρνο, το βρεγμένο δέρμα στα μάγουλα. Σε μια φυλακή χτισμένη από ανησυχίες ζούσε καιρό, κραυγάζοντας βουβά βοήθεια. Το όνειρο ήταν να μπορεί να ανέβει στη σκηνή_ να μαγέψει, και να έχει την κόκκινη απόχρωση μόνο επειδή κόπιαζε το σώμα.

Οι μέρες κυνηγούσαν την σκόνη του χρόνου, συσσωρεύοντας έτσι την πάχνη που ο ψυχρός χρόνος άφησε πίσω στις κηλίδες τις ερυθρές. Κηλίδες πορφύρας που φλόγιζαν όλο συστολή αυτή τη σάρκα. Ψηλαφώντας δειλά δειλά τον λαιμό με ακροδάχτυλα που ζητούν εξηγήσεις βρήκε παρηγοριά στον αδύναμο πνιγμό.

Φοβήθηκε πως αν επιτρέψει στο εγώ να επιλέξει θα εξαερωθεί. Η πάλη με τα έσω, η αμμώδης αίσθηση της ανασφάλειας, η απώλεια πυξίδας στον ορίζοντα. Φαρμάκια που απολάμβανε στο σκοτάδι, στο φως, με κάθε ευκαιρία. Αυτή ήταν.

Στην άβυσσο της ειλικρίνειας της, της αποκαλυπτόταν ό.τι πιο εκτυφλωτικό, ό.τι πιο φωτεινό και τρομερό. Οι ψηφίδες της κατακερματισμένης της ύπαρξης. Το έρεβος της ψυχής, δυνάστης και λυτρωτής, με συνεργάτη το μυαλό. Συνεργάτης που από τη μία φαντάζει απελευθερωτής της καταχνιάς και της μιζέριας και από την άλλη υπαίτιος για τον βούρκο της αναλγησίας της.

Πόσο θα ‘θελε να απολαύσει την αγαλλίαση μίας παρηγορητικής σκέψης. Πόσο θα ‘θελε να ανατριχιάσει από την ζεστασιά της συνείδησης της. Πόσο θα ‘θελε να διαβεί της πύλες της λύτρωσης της. Μα είναι τέτοια η σφοδρότητα με την οποία γκρεμίζεται το εγώ σαν αντικρίσει για πρώτη φορά με καθαρό βλέμμα την προσωπική του αλήθεια, που τα μάτια της ένιωθαν ανάξια και αδύναμα.

Αυτή ήταν. Ένα λευκό σημάδι στον τσακισμένο βράχο. Μία αιχμάλωτη στην ίδια της την ύπαρξη, στο κύμα.

Μ.Κ.

Dec 27, 2016 - ΠΟΙΗΤΙΚΑ    Comments Off on Απόψε

Απόψε

Και θέλω να φωνάξω τόσο τον κόσμο να σείσω να διαλύσω

Απόψε αλμυρές αυλακιές στα μαγουλά μου θα χαρίσω

 

Και θέλω να βρω τη μία παρηγοριά στο κόσμο να ηρεμήσω

Απόψε εξομολογήσεις ημερολογιακές στις σελίδες μου θα αφήσω

 

Και θέλω να εξαφανιστώ καταμεσής των πελαγών να βυθιστώ

Απόψε καληνύχτες με λόγια περιττά θα αποφύγω

 

Και θέλω για μένα εσένα, έτσι εγωιστικά να κατακτήσω

Απόψε ερωτικές αλήθειες στη γλώσσα μου θα δώσω

 

Και θέλω να φωνάξω τόσο τον κόσμο να σείσω να διαλύσω

Απόψε αλμυρές αυλακιές στα μαγουλά μου θα χαρίσω

 

Μ.Κ.

Dec 16, 2016 - ΠΟΙΗΤΙΚΑ    Comments Off on Ένα

Ένα

Ένα κλαδί νωπό, θρονιασμένο στην πράσινη βλάστηση, αφήνει πλάσματα να το περιστοιχίσουν. Βρέχεται πολύ ο θρόνος.

Ένας άνθρωπος κάτω από τον ήλιο ζέχνει, βρίζει για τον ιδρώτα που λαξεύει το μέτωπο του. Κάνει ζέστη κάτω από τον ήλιο.

Ένα φεγγάρι μετέωρο ανάμεσα στον ήλιο και τη γη, δακρύζει άργυρο πάνω στη μαύρη του την κάπα. Κρυφό το μέρος κάτω από το μαύρο.

Ένας γύρος ακόμα για την γαία που βλαστημά για την βραδύτητα του χρόνου. Ζεματάει η καμπύλη της από την καυτή ανάσα ενός άστρου.

Στις διαρκείς εναλλαγές πότε τα αίματα φουντώνουν, πότε ψυχραίνονται και οι πέτρες…ω οι πέτρες. Αυτές κατρακυλούν, αποτύπωμα ήχου να αφήσουν στα βάθη των γκρεμών, στα πέρατα του τέλους προτού τα άστρα παύσουν, προτού ο χρόνος ορίσει εκ νέου το ένα.

Μ.Κ.

Nov 2, 2016 - ΠΟΙΗΤΙΚΑ    Comments Off on Σαν μία μικρή αδιάφορη καρφίτσα

Σαν μία μικρή αδιάφορη καρφίτσα

Σαν την μικρή αδιάφορη καρφίτσα μου που ξέχασα στα ρούχα, άφησες σημάδι αόρατα παρόν.Όπως μπλέκουν οι υφάνσεις, τρύπα αμυδρώς μεγαλύτερη θα δεις που σε αφορά, στο μαύρο μου το ρούχο.

Σαν την νοσταλγία μου για σένα που δεν μπορώ σε κανένα να εξηγήσω, έμεινες ως ανείπωτες λέξεις . Όπως τα λευκά λόγια αναζητώ που θα με πείσουν να σε σβήσω από του μαυροπίνακα τον τοίχο, ξεφυσώ.

Σαν πέφτει η λευκή σκόνη στο μαύρο, τα δάχτυλα τραχιά νιώθω για οτιδήποτε άλλο απαλό αγγίξουν.Όπως το δάκρυ το λυτρωτικό που κυλά ακόμα ζεστό στο πρόσωπο μου, τα χείλη χαλαρώνω.

Σαν την ένταση που συγκρατούσα καιρό στο κάτω μου το χείλος, ήρθες να με υγράνεις. Όπως τη γεύση σου αφήνεις, σώμα και όποιες αντιστάσεις διαλύονται με μία σου μόνο ανάμνηση.

Σαν μία μικρή αδιάφορη καρφίτσα.

Μ.Κ.

Oct 7, 2016 - ΠΟΙΗΤΙΚΑ    Comments Off on Ο μικρούλης άνθρωπος

Ο μικρούλης άνθρωπος

Ο μικρούλης άνθρωπος που σε κατοικεί, σε κατακλύζει,  σε στοιχειώνει. Πατάει μέσα σε χορδές, μουσική να συνθέσει, να σε τρελάνει, να σε απομακρύνει σε μέρη που εσύ εξαϋλώνεσαι.

Αδυνατείς να υπάρξεις εκεί που ο μικρούλης άνθρωπος σε μικραίνει. Αφήνοντας το μέγεθος σου να μειωθεί στο ελάχιστο της ύπαρξης σου, καπνός γεμίζει το πνεύμα, θολούρα σκεπάζει τη σκέψη σου.

Ο μικρούλης άνθρωπος που σε νικάει, σε καταπατεί, σε εξαφανίζει. Χορεύει μέσα στης αγωνίας τον κτύπο, τύμπανα να κρούσει, να σε αναστατώσει, να σε σβήσει από του χαρτιού το γκρι γραφίτη.

Τρέμεις να χαθείς εκεί που ο μικρούλης άνθρωπος σε κυριεύει. Τρέμοντας το στοιχειό σου που ενεργεί για σένα, πανικός κόβει την ανάσα, δάκρυα συμπυκνώνονται στο γιατί που δεν είσαι έτοιμος να αρθρώσεις.

Ο μικρούλης άνθρωπος που σε ονομάζει, σε καθορίζει, σε ξεριζώνει. Ενεργεί μέσα σε σένα, σιωπάει για να σε μηδενίσει, να σε κατακτήσει, να σε παρασύρει στης αβεβαιότητας τη γλυκόπικρη τη γεύση.

Μισείς να χαίρεσαι τη πίκρα και τη γλύκα, ενός μικρούλη ανθρώπου νίκη. Αδυνατώντας το ανάστημα να υψώσεις, αγάπη και ασφάλεια νιώθεις για του εχθρού σου την αλήθεια, ισχυρό το “πλάσμα” μέσα από τον καθρέφτη.

Αδύνατη η πάλη, μικρούλης ο άνθρωπος. Όπως το στήθος σου φουσκώνει και αδειάζει με κάθε ανάσα που εισπνέεις, ο εχθρός φαντάζει πιο ισχυρός και η ανάσα χάνεται, τα δάκρυα χύνονται αλλά τα γιατί αρθρώνονται.

Βάζοντας σε μία σειρά το γάμα και το γιώτα, το άλφα και το ταφ, τελειώνοντας με ένα γιώτα και ένα ερωτηματικό, συνθλίβεται ο μικρούλης, γιγαντώνεσαι εσύ, επανυλοποιείσαι και είσαι εκεί έτοιμος να αισθανθείς, να υπάρξεις.

Με μία ανάσα, με ένα γιατί και υπάρχεις.

Ποιος μικρούλης, ποιος άνθρωπος.

Μ.Κ.

Apr 24, 2016 - ΠΟΙΗΤΙΚΑ    Comments Off on Ω από-μηχανής

Ω από-μηχανής

Ω από-μηχανής, μην αναζητείς.

Τα μάτια σε ζητούν, οι αισθήσεις όλες σε προσμένουν.

Μην αναζητείς.

 

Ω από-μηχανής, μην λυπηθείς.

Τα νιάτα σε ποθούν, οι παρουσίες όλες σε παρακαλούν.

Μην λυπηθείς.

 

Ω από-μηχανής, μην παρηγορείς.

Τα ψέματα σε σμιλεύουν, οι αλήθειες όλες σε διαλύουν.

Μην παρηγορείς.

 

Μ.Κ.

Apr 1, 2016 - ΠΟΙΗΤΙΚΑ    Comments Off on Α-Δημιουργία

Α-Δημιουργία

Αφέλεια και διαστρέβλωση πως γνωρίζω πως υπάρχω. Ακόμα και το “εγώ” της έκφρασης μοιάζει κενό στο ολόκενο. Χωράει ο νους άραγε έννοιες για να συλλογίζεται, εύλογα απορώ. Τι συμβαίνει τη στιγμή της δημιουργίας; και αν συμβαίνει τότε υπάρχει τέτοια;

Μονομιάς στέκομαι λίγο πιο κει αναζητώντας τη στιγμή αυτή που νόμιζα πως είδα. Λίγο πιο πίσω κοιτώ και ανακαλώ τη δημιουργία, μα δεν έχει ύλη. Και τώρα δημιουργώ ξανά τη μνήμη αυτής της δημιουργίας που δεν ζω, μα κάπως θυμάμαι. Και μετά ξανά ο κύκλος με παρασέρνει στη δύνη ενός χορού που δεν γνώριζα, μα τα βήματα ακολουθώ δίχως δυσκολία.

Ένα δύο, δύο ένα, ένα δύο επαναλαμβάνω χαρίζοντας βήματα στη σκέψη. Εκείνη ακολουθεί απέναντι σαν είδωλο μέσα από τον καθρέφτη, όχι ακριβώς, όχι όπως νομίζω. Και η σκέψη φεύγει χάνεται και γίνεται και αυτή ένα με τη λήθη. Χορεύω και δεν σκέφτομαι, αδύνατο; μα _ δημιουργώ; είμαι στη στιγμή και λίγο αργότερα -πλέον το ξέρω- δε θα ‘μαι.

Ένα δύο, δύο ένα, ένα δύο…

M.K.

Feb 25, 2016 - ΠΟΙΗΤΙΚΑ    Comments Off on ΜΑΥΡΟΦΟΡΕΜΕΝΟ ΦΕΓΓΑΡΙ

ΜΑΥΡΟΦΟΡΕΜΕΝΟ ΦΕΓΓΑΡΙ

Και εγώ κυκλοφορούσα κάτω από το φεγγάρι. Το κοίταζα ενώ κοιμόταν, επίμονα μήπως και με δει, μήπως και ξυπνήσει. Τα μάτια μου κάρφωνα να το ξεσκεπάσω. Μαυροντύθηκε να με πικράνει, αρνήθηκε κάθε μου προσέγγιση. Επίμονα και αυτό, επίμονα και εγώ.

Εκεί που περπατούσα και προσέγγιζα, το άκουσα ξάφνου να μιλάει. Δεν ήταν κατανοητά όλα, μόνο λέξεις που και που αναγνώριζα, αλλά νόημα δεν έβρισκα. Ασημένιο από πάνω, κάρφωνε και αυτό με μάτια στην πλάτη την περιφρόνηση του, για να με χλευάσει.

Βγάλε τα μαύρα, του φώναξα να με προσέξει, ξανά σιγή. Ήθελα να σταματήσω να κοιτάω, αλλά ήταν μαγικό και ήξερα πως πλέον το μισώ. Ήθελα να του βγάλω τη μάσκα, που είχε κολλήσει πάνω του σα δεύτερη φύση. Ήθελα να το σκίσω, χάρτινα κομμάτια στο χώμα να το αφήσω.

Και εγώ παρακαλούσα κάτω από το φεγγάρι. Το κοίταζα μασκοφορεμένο καθώς ήταν και ήθελα να εκδικηθώ για τις μέρες που μου πήρε. Δεν γινόταν να το μισώ τόσο λάθος. Διαστρεβλωμένα όλα, παρακάλια και μίσος μαζί; ποια η τροχιά που ακολουθώ;

Μια λάμψη φευγαλέα προς στιγμή, αλλά αλλού κοίταζε, για μένα είχε φυλάξει τα κρυφά. Άξιζα μυστήριο γι’ αυτό. Το χαιρέτησα και ας ήταν πιο όμορφο, ήταν το μίσος κάλπικο και είχε αρχίσει ήδη να ξημερώνει.

Καλημέρα είπα και δεν το ξανάδα.

M.K.

Sep 8, 2015 - ΠΟΙΗΤΙΚΑ    Comments Off on “Φ”

“Φ”

Ο άνθρωπος που δεν ήξερε ότι έχει φωνή, τραγούδαγε πολύ. Την ένταση της δεν την γνώριζε, ο φόβος του την καπέλωνε. Άλλοι δεν την είχαν ακούσει, μονάχα ίσως από σπόντα.

Καμία φορά όταν τον κυρίευε το πάθος, τραγουδούσε ακόμα πιο πολύ. Τότε μόνο σαν να άκουγε μία ιδέα παραπάνω, πόσες νότες μπορούσε να αγγίξει. Ένα σχοινί ντροπή έπνιγε οποιαδήποτε νότα έψαχνε το δρόμο προς τα έξω.

Κάπου κάπου μόνο σα να αναθαρρούσε, μονάχα όταν ξεχνιόταν ή ήταν σίγουρος πως δεν υπήρχε άλλη ψυχή τριγύρω. Είχε μια θηλεία σ’ όλη του τη ζωή, έτσι είχε μάθει να ζει. Υπάκουος, ήσυχος, διαχειρίσιμος.

Ο άνθρωπος που ήξερε ότι έχει φωνή, ήταν ο ίδιος. Μονίμως στο επίκεντρο, μέσα σ’ όλα με φωνή βροντερή. Οι άλλοι τον άκουγαν λέξη προς λέξη, υπήρχε σεβασμός.

Ποτέ του δεν πίστευε πόσο ισχυρή μπορεί να είναι η δύναμη του πλήθους. Το μόνο που πάντα ήθελε είναι να έχει φωνή, όχι μια οποιαδήποτε όμως. Ήθελε η φωνή του να σαγηνεύει, να πείθει και να έχει βάρος. Δεν ήθελε να τραγουδάει μόνος.

Χαμένος ανάμεσα σ’ όλες τις άλλες φωνές που περνιόντουσαν για μελωδικές, εκείνος είχε κάτι να πει, να τραγουδήσει, έτσι ανέπνεε. Τον έφαγαν οι κόρακες και οι κομπασμοί τους. Οι ψεύτικοι ήχοι, άτονοι σε όλη τους την έκταση τον είχαν ανατριχιάσει από την τόση ματαιότητα τους.

Οι εναλλαγές από τον ήχο στη σιωπή μόνο σύγχυση πρόσφεραν απλόχερα στον άνθρωπο που δεν αποφάσιζε. Μία με φωνή, μία χωρίς. Ποια γραμμή τόσο λεπτή τροχοπέδη στο τραγούδι; τραγούδι εγλωβισμένο- μα εκεί, καρτερώντας για τις όμορφες μέρες. Πότε θα ναι αυτές κανείς δεν ξέρει. Μα θα ναι ωραία.

Μ.Κ.

 

Pages:12»