Οι εραστές μέρος 1ο
Το πρώτο μέρος της ιστορίας αυτής, δεν είχε άγνωστο ήταν απλώς δύο άτομα-οι εραστές-, κομμάτι ενός συνόλου συναισθημάτων. Για όποιον ενδιαφέρεται για το πρώτο κομμάτι της ιστορίας.
Μ.Κ.
Το πρώτο μέρος της ιστορίας αυτής, δεν είχε άγνωστο ήταν απλώς δύο άτομα-οι εραστές-, κομμάτι ενός συνόλου συναισθημάτων. Για όποιον ενδιαφέρεται για το πρώτο κομμάτι της ιστορίας.
Μ.Κ.
Ο Άγνωστος παρατηρητής, ήταν ο πρώτος που είδε τη φλόγα να σβήνει. Το ζευγάρι δεν ήταν πια, δεν υπήρχε το ρήμα είμαι και η σημασία του είναι έπαψε απλώς να υπάρχει. Το τέλος είχε φανεί και νωρίτερα αλλά η ελπίδα ήταν αυτή που έκανε τον Άγνωστο παρατηρητή να προσμένει την ανατροπή. Ήταν σίγουρος πως είχε δει τα δάκρυα του άντρα να αναμειγνύονται με τον καπνό του, καθώς εκείνος ταξίδευε μακριά από το σήμερα, χαμένος στις σκέψεις του. Ήταν σίγουρος για τον έρωτα που έκαιγε, σαν κοίταζε τη γυναίκα να κουρνιάζει μόνη στις γωνίες του σπιτιού της.
Ποια ελπίδα αξίζει να λέγεται ελπίδα, όταν η πιθανότητα της είναι στο μηδέν; Όχι αυτό δεν φαινόταν σωστό στον άγνωστο παρατηρητή, που όντας άγνωστος, έβλεπε το ζευγάρι υπό εντελώς διαφορετικό πρίσμα. Και όμως κάτι δεν μπορούσε να λειτουργήσει, σαν το ζευγάρι να ήταν καταραμένο να αγαπιέται αλλά να μην μπορεί να είναι μαζί. Και πώς να είναι μαζί όταν ο άντρας αρνιόταν να αφεθεί στο συναίσθημα, όταν είχε ένα φορτίο που δεν άφηνε την καρδιά του να αναπνεύσει, να υψωθεί. Πόσο να προσπαθήσει η γυναίκα, όταν αυτός ο έρωτας πήρε κάτι όμορφο από αυτήν και το μετέτρεψε σε κάτι που ούτε η ίδια δεν θα μπορούσε να γνωρίζει πως έκρυβε μέσα της. Αυτό το κάτι ήταν γραμμένο σε όλο της το κορμί με τη λέξη πόνος. Κανείς θα έλεγε ότι είχε δική του ζωή και ρουφούσε μανιασμένα την ψυχή της.
Όσοι την ήξεραν, μαζί με αυτούς και ο πανταχού Άγνωστος, δεν μπορούσαν να πιστέψουν όταν την κοίταζαν, πως αντίκριζαν την κοπέλα που αυτοί γνώριζαν. Τη σαπίλα της δυστυχίας της δεν την απορρόφησε κανείς, μόνο ο Πόνος νοιάστηκε καθώς την έβλεπε και θέλησε να την ανακουφίσει. Σταμάτησε να την πιέζει με τα αγριεμένα του νύχια, χάιδεψε λίγο την καρδούλα της και της είπε «φτάνει…αυτό ήταν, τώρα δεν θα πονάς τόσο». Η κοπέλα το ένιωσε αμέσως, την αλλαγή που θα την μεταμόρφωνε και θα την έκανε να δει όλα αυτά που είχε χάσει. Επικεντρωμένη στον πόνο της δεν είχε δει την άνοιξη και τα νέα πρόσωπα της. Το πρόσωπο του άντρα είχε αρχίσει να ξεθωριάζει, η μορφή του δεν κυριαρχούσε πια, είχε αρχίσει να γίνεται ένα με τη λήθη.
Ο Άγνωστος παρατηρητής βλέποντας το φως που επέστρεφε ένιωσε πως η δουλειά του με το ζευγάρι είχε πλέον φτάσει στο τέλος της. Η κοπέλα δεν θα πόναγε πια, ο άντρας απλά θα μετάνιωνε για πάντα. Το τέλος.
M.K.